Η Γόρτυνα είναι μια από τις αρχαιότερες πόλεις της Κρήτης, με αδιάκοπη ιστορία 6000 χρόνων. Βρίσκεται στο νότιο κεντρικό τμήμα της Κρήτης στη εύφορη πεδιάδα της Μεσσαράς, η οποία φημίζεται για την πρώτη ανθρώπινη κατοίκηση στο νησί στο τέλος της Νεολιθικής Περιόδου (5η χιλιετία π.Χ.) Ευρήματα αυτής της περιόδου έχουν εντοπιστεί στην πεδιάδα και τους γύρω λόφους μαζί με ελάχιστα μινωικών χρόνων. Στη θέση Κανιά, νότια του χωριού Μητρόπολη, έχει ανασκαφεί το 1958 υστερομινωïκή αγρέπαυλη με αξιόλογα ευρήματα .Πρόκειται για αντιπροσωπευτικό δείγμα αγρέπαυλης ,που χρονολογείται στη νεοανακτορική περίοδο (1700-1450 π.χ ) και περιελάμβανε τριάντα δωμάτια .Πολλά δωμάτια ήταν αποθήκες και περιείχαν σχεδόν ακέραιους σαράντα πίθους και ακόμη περί τους είκοσι σπασμένους, που χρησίμευαν για την αποθήκευση γεωργικών προϊόντων. Τέσσερα δωμάτια με κτιστά θρανία χαρακτηρίστηκαν ως ιερά. Στο εσωτερικό τους βρέθηκαν πήλινα ειδώλια της μινωικής θεάς των φιδιών με υψωμένα χέρια.
Η σπουδαιότητα της μεγάλης αρχαίας πόλης Γόρτυνας αναγνωρίζεται και καταγράφεται σε μια πλούσια μυθολογική και θρησκευτική παράδοση. Μεγάλοι θεοί, όπως ο Δίας και η Δήμητρα, βασιλιάδες όπως ο Μίνωας, ο Γόρτυς και ο Ροδάμανθυς, μυθικά τέρατα όπως ο Μινώταυρος πρωταγωνιστούν στους μύθους της.
Όπως προαναφέρθηκε με τη Γόρτυνα συνδέονται και μεγάλες μορφές του Χριστιανισμού, οι απόστολοι Παύλος και Τίτος και οι Άγιοι Δέκα Μάρτυρες.
Ο Δίας-ταύρος ζευγάρωσε με την Ευρώπη, που την έφερε από τη Φοινίκη κάτω από ένα βαθύσκιο πλάτανο στις όχθες του Ληθαίου ποταμού. Το ζευγάρωμα είχε ως αποτέλεσμα τη γέννηση των τριών μυθικών βασιλιάδων της Κρήτης του Μίνωα, του Ραδάμανθυ και του Σαρπηδόνα. Ο πλάτανος ευλογήθηκε από το Δία και έμεινε αειθαλής. Αργότερα δε κάποιοι πίστευαν ότι ο πλάτανος έχει μαγικές ιδιότητες και βοηθάει τα ζευγάρια να κάνουν γιους. Ο Μίνωας που ήταν ο ιδρυτής της Γόρτυνας με τη σειρά του παντρεύτηκε τη μάγισσα Πασιφάη, αδελφή της Καλυψώς και της Κίρκης. Αφιέρωσε ναό στον Ποσειδώνα –θεό της θάλασσας- και αρχικά σκέφτηκε να θυσιάσει προς τιμή του το λευκό ταύρο, που του τον είχε χαρίσει ο ίδιος ο Ποσειδώνας. Όμως επειδή ήταν πολύ όμορφος αποφάσισε να θυσιάσει έναν υποδεέστερο. Ο Ποσειδώνας θύμωσε και καταράστηκε την Πασιφάη να ερωτευθεί σφόδρα τον ταύρο. Καρπός του έρωτά τους ήταν ο Μινώταυρος που φυλακίστηκε στο Λαβύρινθο μετά από χρησμό που έλαβε ο Μίνωας από το μαντείο των Δελφών. Το τέρας αντί για φυσική τροφή καταβρόχθιζε ανθρώπους. Εκεί υποχρεώθηκε η Αθήνα να στέλνει κάθε χρόνο δέκα νέους και δέκα νέες ως τροφή για το Μινώταυρο γιατί σύμφωνα με την παράδοση οι Αθηναίοι είχαν σκοτώσει το γιό του Μίνωα Ανδρόγεω επειδή κέρδιζε πολλές νίκες στη γιορτή των Παναθηναίων. Ο Θησέας (γιός του βασιλιά της Αθήνας Αιγέα) με τη βοήθεια της Αριάδνης-κόρης του Μίνωα που τον ερωτεύθηκε σφόδρα σκότωσε το τέρας.
Ο λαβύρινθος ήταν σύμφωνα με μεταγενέστερη βυζαντινή παράδοση αρχαίο λατομείο πέτρας, η διάνοιξη του οποίου άρχισε πιθανότατα την πρώιμη Μινωική εποχή και ογκόλιθοί του χρησιμοποιήθηκαν για το χτίσιμο της Γόρτυνας καθώς και της Φαιστού. Κατασκευαστής του δε σύμφωνα με την παράδοση ήταν ο αρχιτέκτονας Δαίδαλος με τη βοήθεια του γιού του Ικάρου.
Στα ίδια εύφορα και καλοοργωμένα χωράφια της Γόρτυνας ζευγάρωσε με τον μυθικό Ιάσωνα η μεγάλη θεά της γεωργίας και της γονιμότητας Δήμητρα και γέννησε τον Πλούτο.
Μάλιστα στη θέση «Καμαράκια» ιδρύθηκε τον 7ο αιώνα μ.Χ. ιερό της Δήμητρας και της κόρης της.
Ιδρυτής της πόλης, σύμφωνα με μια άλλη μυθική παράδοση ήταν ο Γόρτυς, γιός του Ροδάμανθυ –βασιλιάς της Φαιστού, αδελφού του Μίνωα. Μια άλλη μεταγενέστερη εκδοχή για την ίδρυση της πόλης αναφέρει ως πρώτο οικιστή της έναν Γόρτυνα από την Τεγέα της αρκαδικής Γορτυνίας. Αναφέρεται όμως σε άλλη παραλλαγή και η ηρωίδα Γόρτυνα, βασίλισσα της Κρήτης και μητέρα του βασιλιά Ταύρου.
Στην Ιλιάδα του Ομήρου η Γόρτυνα αναφέρεται τειχιόεσσα (τειχισμένη) και αυτό επιβεβαιώθηκε ανασκαφικά: η ακρόπολη στο λόφο του Αϊ Γιάννη ήταν τειχισμένη ήδη στα πρώιμα γεωμετρικά χρόνια (1000-900 π.Χ.). Στην Οδύσσεια πάλι του Ομήρου η Γόρτυνα αναφέρεται να κυριαρχεί μέχρι τη θάλασσα.
Άλλοι συγγραφείς την αναφέρουν με τα ονόματα Ελλωτίς, Ελλώτια και Κρημνία. Στα νομίσματα απεικονίστηκαν οι μύθοι της. Η Ευρώπη καθισμένη πάνω στο Δία-Ταύρο ή πάνω σε δέντρο μαζί με τον Δία-αετό.
Στη Μινωïκή Εποχή δεν ήταν και τόσο μεγάλη πόλη. Αργότερα ο πληθυσμός της έφτασε τις 300.000 κατοίκους.
Ο μινωïκός πολιτισμός παρήκμασε μετά το 1400 π.Χ. ύστερα από σεισμούς και πυρκαγιές που έπληξαν το νησί. Σταδιακά πολλά ελληνικά φύλα μετανάστευσαν από την ηπειρωτική Ελλάδα στο νησί της Κρήτης. Οι Δωριείς, αφού κατέλαβαν τις Μυκήνες, εγκαταστάθηκαν στο νησί γύρω στο 1100 π.Χ.
Στη Γεωμετρική Εποχή (11ος – 8ος αι. π.Χ.) η οχυρωμένη ακρόπολη της Γόρτυνας συνέχισε να κατοικείται .Από τον 8ο αι. και ύστερα η πόλη απλώθηκε στις πλαγιές και τους πρόποδες των βορείων υψωμάτων και στις όχθες του ποταμού Ληθαίου. Εδώ εγκατέστησαν ίσως τον 6ο αι. π.Χ., το πρώτο πολιτιστικό και διοικητικό κέντρο της πόλης, την Αγορά. Στα μέσα της 1ης χιλιετίας π.Χ. είχε αναδειχθεί πια σε κυρίαρχη πολιτική δύναμη στη νότια κεντρική Κρήτη και ήταν μια από τις πέντε ισχυρότερες πόλεις μαζί με την Κνωσό, τη Λύττο, την Ελεύθερνα και την Κυδωνία, που επεδίωκε τα πρωτεία σε όλη την Κρήτη.
Το δεύτερο κέντρο της πόλης δημιουργήθηκε αργότερα γύρω από το ναό του Πυθίου Απόλλωνα, που έγινε και ο νέος επίσημος ναός της πόλης μέχρι τον 4ο αι. μ.Χ.. Από τα κλασικά και ελληνιστικά χρόνια (5ος -2ος αι. π.Χ.) είναι γνωστά λίγα ερείπια από την πόλη και φαίνεται ότι τότε διαμορφώθηκε πρώτη φορά το πλήρες σχέδιό της, αν και δε μπορεί με βεβαιότητα να αποκατασταθεί, λόγω των νεότερων οικοδομημάτων πολλών εποχών. Οι αρχαιολογικές έρευνες έδειξαν ότι εκείνη την εποχή η Γόρτυνα ήταν από τις μεγαλύτερες πόλεις της Κρήτης .Είχε καταλάβει τη Φαιστό και διέθετε δύο λιμάνια ,τη Λεβήνα (Λέντας) και τα Μάταλα. Στο κέντρο της Αγοράς που βρισκόταν ανατολικά και δυτικά από τον μητροπολιανό ποταμό ήταν το βήμα των ρητόρων.
Στην ανατολική πλευρά της Αγοράς ήταν ένα βουλευτήριο, στον κυκλικό τοίχο του οποίου εντοιχίστηκαν οι πλάκες με τον Κώδικα των Νόμων της Γόρτυνας.(Η μεγάλη επιγραφή, που γράφτηκε στο πρώτο μισό του 5ου αι π.Χ.). Στη θέση του οικοδομήματος αυτού έκτισαν (τον 1ο αι. π.Χ.) ένα άλλο και εντοίχισαν πάλι τους νόμους, αφού προηγουμένως είχαν αριθμηθεί οι πλάκες. Αυτό το οικοδόμημα διαμόρφωσαν σε ωδείο στα ρωμαϊκά χρόνια (1ο αι. μ.Χ.) αλλά άφησαν τις πλάκες με τους νόμους στη θέση τους.
Οι αρχαίοι πίστευαν στη θεϊκή προέλευση των νόμων. Ο ίδιος ο Δίας υπαγόρευσε στο Μίνωα τη νομοθεσία του. Στην αρχαία Κρήτη η γνώση των νόμων ήταν υποχρεωτική. Οι άγραφοι νόμοι επέτρεπαν στους κυβερνήτες να ερμηνεύουν τους νόμους κατά το δοκούν με συνέπεια την καταπίεση των πολιτών. Αυτός ο λόγος οδήγησε στη συγγραφή των νόμων της Γόρτυνας ώστε οι πολίτες να προστατεύονται αποτελεσματικά. Η Δωδεκάδελτος της Γόρτυνας που θεωρήθηκε βασίλισσα των Επιγραφών αποκαλύφθηκε τμηματικά από τον Ιταλό Άλμπερ το 1884 (τέσσερις πλάκες) και ολοκληρώθηκε η αποκάλυψη από τον Ιωσήφ Χατζηδάκη και Στέφανο Ξανθουδίδη το 1889. Νωρίτερα βέβαια Γάλλοι περιηγητές το 1857,1862 ,1879 είχαν βρει τα πρώτα θραύσματα της Μεγάλης Επιγραφής που αγοράστηκαν από το Μουσείο του Λούβρου.
Είναι γραμμένη σε πλάκες από πωρόλιθο με ύψος 1,50 μ. και μήκος 9 μ.. Κάθε στήλη περιλαμβάνει 53-56 στίχους και κάνουν ένα σύνολο πάνω από 600 στίχους. Η γραφή των νόμων ονομάζεται βουστροφηδόν, με την κατεύθυνση των λέξεων να αλλάζει σε κάθε σειρά εναλλάξ από δεξιά προς τα αριστερά και αντίθετα .Η γραφή αυτή μοιάζει με την κατεύθυνση του βοδιού καθώς οργώνει ,έτσι και πήρε το όνομά της.
Είναι ο αρχαιότερος ευρωπαϊκός αστικός κώδικας στον οποίο ταξινομήθηκαν παλιές και νέες διατάξεις νόμων.
Το δίκαιο της Γόρτυνας είναι υποδειγματικό ακόμη και σήμερα γιατί διέπεται από πνεύμα ελευθερίας και είναι προοδευτικό.
Τα ζητήματα που πραγματεύεται ο κώδικας ανήκουν στο οικογενειακό και κληρονομικό δίκαιο: υιοθεσία, διαδοχή και κληρονομικά, διαζύγια, εξώγαμα τέκνα, δωρεές μεταξύ συζύγων. Περιέχονται ακόμα τα « εγκλήματα κατά των ηθών » (βιασμός, αποπλάνηση, μοιχεία, τα θέματα πωλήσεων, υποθήκευσης και χρεών και θέματα προσωπικής ελευθερίας για τους δούλους και τα δικαιώματά τους). Η προνοητικότητα που είχαν για τις χήρες αποτελεί δείγμα του πόσο προχωρημένη ήταν τότε η κοινωνία.
Στο τέλος της Ελληνιστικής Εποχής, το 150 π.Χ. η Επικράτεια της Γόρτυνας περιελάμβανε όλη τη νότια κεντρική Κρήτη και τμήμα της περιοχής του Ρεθύμνου (Αμάρι-Σύβριτος και επαρχία Αγίου Βασιλείου). Με την πόλη Αξό συναγωνίζονταν για την επιρροή στο Ιδαίο Άντρο και χρησιμοποιούσε τη λατρεία για να τονώσει τους δεσμούς της με τις πόλεις στις οποίες ασκούσε επιρροή επιβάλλοντας τη συμμετοχή των υποτελών περιοχών στη θυσία στο Ιδαίο άντρο.
Τα πρώτα κρητικά αργυρά νομίσματα (οι στατήρες ) κόπηκαν στη Γόρτυνα και τη Φαιστό γύρω στο 470π.χ.Η Γόρτυνα φαίνεται να ήταν η πιο πολυάνθρωπη πόλη της Κρήτης και είχε 10 κόσμους (άρχοντες ) οι άλλες είχαν 2 και μπορούσε να διαθέσει 5000 μισθοφόρους.
Στο 20 αι π.χ παρενέβη στα πράγματα της Κρήτης η Ρώμη. Στο πλευρό της Ρώμης τάχθηκε η Γόρτυνα ενώ η Κνωσός που ηγεμόνευε στο Κοινό των Κρητών ηγήθηκε στην παγκρήτια αντίσταση κατά των Ρωμαίων. Η ρωμαϊκή κατάκτηση της Κρήτης το 67 π.χ άλλαξε την τύχη της πόλης. Στη Γόρτυνα ,πρωτεύουσα τώρα της ρωμαϊκής επαρχίας Κρήτης και Κυρηναϊκής, σημειώθηκε οικοδομικός οργασμός. Χτίστηκε το Πραιτόριο-το μεγαλύτερο σε έκταση οικοδόμημα της αρχαίας Γόρτυνας-,έδρα του διοικητή της επαρχίας και πολλές άλλες κατασκευές.(Ναός Αυγούστων ,Θέρμες, Νυμφαίο, Ιππόδρομος ) Στην περίοδο από το 120 π.χ μέχρι το 180 μ.χ η Γόρτυνα γνώρισε την πιο μεγάλη ακμή της . Η περίμετρος της υπολογιζόταν σε 10 χιλιόμετρα περίπου.
Στους πρώτους χριστιανικούς αιώνες οι χριστιανοί κατοίκησαν κοντά στο Πραιτόριο και στο χωριό Μητρόπολη. Ήταν η πρώτη πόλη της Κρήτης που δέχθηκε το χριστιανισμό .Ο απόστολος Παύλος κήρυξε το λόγο του Θεού στη Γόρτυνα ,όπου όρισε το μαθητή του Τίτο πρώτο επίσκοπο της εκκλησίας της Κρήτης. Ο Τίτος μαρτύρησε στη Γόρτυνα και προς τιμή του ιδρύθηκε λαμπρός ναός . Τον 80 αι μ.χ ο ναός αυτός καταστράφηκε από σεισμό. Στον προαύλιο χώρο του υπάρχουν ακόμη μαρμάρινοι σαρκοφάγοι οι οποίες πιθανόν χρησίμευαν για την ταφή των ιερωμένων της πόλης. Στη Γόρτυνα μαρτύρησαν το 250 μ.χ οι Άγιοι Δέκα Μάρτυρες στο αμφιθέατρο Αλώνιον .
Στην 1η Βυζαντινή περίοδος(395-824 μ.χ ) η Γόρτυνα έζησε την τελευταία λαμπρή εποχή της .Έδρα πάντοτε του διοικητή της Κρήτης που από τον 40 αι μ.χ υπαγόταν στο Ανατολικό Ρωμαϊκό κράτος ,άκμασε για άλλους τέσσερις αιώνες ,μέχρι τα χρόνια του αυτοκράτορα Ηράκλειου οπότε και ενισχύθηκε η ακρόπολή της με νέο κάστρο.
Η πόλη είχε καταστραφεί από σεισμό το 796 μ.χ όταν οι Άραβες υπέταξαν την Κρήτη το 828 μ.χ .Η Γόρτυνα επειδή προέβαλλε ισχυρή αντίσταση στους Άραβες ερειπώθηκε και η πρωτεύουσα της Κρήτης μεταφέρθηκε στο Χάνδακα.
Η αραβοκρατία στο νησί διήρκεσε από το 828-961 μ.χ .Η αραβοκρατούμενη Κρήτη ήταν το κέντρο των Σαρακηνών πειρατών εναντίον των νησιών και των παραλίων της Ανατολικής Μεσογείου. Ο κρητικός πληθυσμός βυθίστηκε σε φρικτή δουλεία και αφανίστηκε από το προσκήνιο του πολιτισμού.
2ηΒυζαντινή περίοδος (961-1204 μ.χ). Ο Νικηφόρος Φωκάς πήρε την Κρήτη από τους Άραβες το 961 μ.χ και διοικητικό κέντρο της παραμένει ο Χάνδακας .Βυζαντινοί ευγενείς εγκαταστάθηκαν στο νησί (Καλλέργηδες –Βλαστοί Φωκάδες ) που πρωταγωνίστησαν αργότερα σε ιστορικά γεγονότα κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας και της Τουρκοκρατίας. Μαζί με την νίκη του ως έπαθλο ο Νικηφόρος Φωκάς έλαβε πολλά λάφυρα από τους Άραβες .Ένα μέρος από τα λάφυρα αυτά έδωσε στον πνευματικό του Αθανάσιο Αθωνίτη που ίδρυσε και οργάνωσε την πρώτη μονή του Αγίου Όρους ,αυτή της Μεγίστης Λαύρας.
Ενετοκρατία (1204-1669 μ.χ ). Αρχικά την Κρήτη κατέλαβαν Γενουάτες όμως μετά το 1211 μ.χ πέρασε στους Βενετούς με πρωτεύουσα πάλι τον Χάνδακα .
Τουρκοκρατία (1669-1898 μ.χ ). Το 1645 οι Οθωμανοί επιτίθενται στην Κρήτη με αφορμή την επίθεση πειρατών σε πλοίο με προσκυνητές .Το 1669 το Ηράκλειο παραδόθηκε από τους Βενετούς στους Τούρκους οι οποίοι με τη σειρά τους παραχώρησαν την Κρήτη στους Αιγύπτιους. Οι Αιγύπτιοι κατακτητές καταπίεζαν πολύ τους Κρητικούς ,αναγκάζοντας τους ακόμη να αλλάξουν και θρησκεία .Οι έρευνες έδειξαν ότι ο μισός πληθυσμός έγινε βίαια μουσουλμανικός για να γλυτώσουν την καταπίεση και τους φόρους. Οι κρητικοί συμμετείχαν στην επανάσταση του 1821 ,όμως σχετική αυτονομία απέκτησαν το 1898 ενώ η πολυπόθητη Ένωση με την Ελλάδα έγινε το Δεκέμβριο του 1913.
Όπως έγινε αντιληπτό από το τελευταίο στάδιο της ιστορικής αναφοράς η Γόρτυνα έπαψε να διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο μετά την κατάκτηση και την καταστροφή της από τους Άραβες. Τα σκήπτρα πήρε ο Χάνδακας -Ηράκλειο Τονίζουμε όμως ότι στα χρόνια της Τουρκοκρατίας η Γόρτυνα ήταν από τις πρώτες περιοχές που προκάλεσε το ενδιαφέρον ερευνητών και αρχαιολόγων , σε μια περίοδο που η ύπαρξη του Μινωικού πολιτισμού παρέμεινε ως μύθος. Μετά την αυτονόμηση της Κρήτης το 1898 άρχισαν οι ανασκαφές στη Γόρτυνα από την Ιταλική Αρχαιολογική Σχολή σε συνεργασία με την Αρχαιολογική Υπηρεσία και κράτησαν αρχικά μέχρι το 1940 .Αργότερα συνεχίστηκαν και διαρκούν έως σήμερα. Οι ανασκαφές αποκάλυψαν μεγάλα αρχιτεκτονικά έργα και ευρήματα. Διαπιστώθηκε ότι στα χρόνια της ακμής της η Γόρτυνα είχε τρεις Αγορές –χώροι συνέλευσης και τέλεσης πολλών πράξεων(ομιλία προς το λαό ,υιοθεσία, πώληση δούλων )πέντε θέατρα, δύο υδραγωγεία, 42 κρήνες ,στάδιο ελληνιστικών χρόνων ,ιππόδρομο ,τέσσερα συγκροτήματα λουτρών (θέρμες ), πέντε ειδωλολατρικούς ναούς :α) της Αθηνάς Πολιούχου στην Ακρόπολη, β)της Δήμητρας και της κόρης της στους πρόποδες του λόφου του Προφήτη Ηλία ,γ)ο ναός του Πύθιου Απόλλωνα στη θέση Βίγλες, δ)το ιερό των Αλεξανδρινών θεών κοντά στο Πραιτόριο και ε)το ναό της Ίσιδας στο Πραιτόριο.
Μεγάλο μέρος της ρωμαϊκής πόλης δεν έχει ανασκαφεί μέχρι και σήμερα. Τα πιο σημαντικά ευρήματα είναι στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου ενώ αναμένεται η ολοκλήρωση του Μουσείου Μεσσαράς που θα τα στεγάσει.
Αξιοσημείωτη είναι και η πληροφορία ότι το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο της βλάστησης στον αρχαιολογικό χώρο της Γόρτυνας είναι οι αιωνόβιοι ελαιώνες με τις «φραγκολιές» Παράλληλα είναι πολύ λυπηρό το γεγονός ότι ο ευρύτερος αρχαιολογικός χώρος της Γόρτυνας με έκταση 4000 στρεμμάτων παρουσιάζει εικόνα εγκατάλειψης
Ζητούμενα είναι η ανάδειξη του Μεγάλου θεάτρου, της Ακρόπολης της αρχαίας πόλης και των υπόλοιπων μνημείων.
Η πολιτεία έχει υποχρέωση να αναδεικνύει την πολιτιστική μας κληρονομιά με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Επιμέλεια: Μανιφάβα Γεωργία (Φιλόλογος-Διευθύντρια ΓΕ.Λ. Αγίων Δέκα )